ayuno Griego
4 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
común
🇪🇸 El ayuno es importante en muchas religiones.
🇬🇷 Η νηστεία είναι σημαντική σε πολλές θρησκείες.
🇪🇸 Durante el Ramadán, los musulmanes practican el ayuno.
🇬🇷 Κατά τη διάρκεια του Ραμαζανιού, οι μουσουλμάνοι ασκούν τη νηστεία.
|
formal | |
|
común
🇪🇸 El paciente debe hacer ayuno antes de la prueba.
🇬🇷 Ο ασθενής πρέπει να κάνει νηστεία πριν από την εξέταση.
🇪🇸 El ayuno prolongado puede afectar la salud.
🇬🇷 Η παρατεταμένη νηστεία μπορεί να επηρεάσει την υγεία.
|
médico | |
|
común
🇪🇸 Voy a ayunar por motivos religiosos.
🇬🇷 Θα νηστέψω για θρησκευτικούς λόγους.
🇪🇸 Se recomienda no comer antes de realizar la prueba, hay que ayunar.
🇬🇷 Συνιστάται να μην τρώτε πριν από την εξέταση, πρέπει να νηστεύσετε.
|
técnico | |
|
raro
🇪🇸 El ayuno puede ser requisito legal en ciertos casos médicos.
🇬🇷 Η νηστεία μπορεί να είναι νομική προϋπόθεση σε ορισμένες ιατρικές περιπτώσεις.
🇪🇸 La ley establece el ayuno obligatorio antes de ciertos procedimientos.
🇬🇷 Ο νόμος προβλέπει την υποχρεωτική νηστεία πριν από ορισμένες διαδικασίες.
|
legal |