insinuar Griego

4 traducciones
Traducción Contexto Audio
común
🇪🇸 Él insinúa que no estará presente.
🇬🇷 Αυτός υπονοεί ότι δεν θα είναι παρών.
🇪🇸 No quiero insinúar nada.
🇬🇷 Δεν θέλω να υπονοήσω κάτι.
formal
común
🇪🇸 ¿Estás insinuando que no me confías?
🇬🇷 Υπονοείς ότι δεν με εμπιστεύεσαι;
🇪🇸 Ella insinuó que había un problema.
🇬🇷 Αυτή υποδήλωσε ότι υπήρχε πρόβλημα.
uso cotidiano
informal
🇪🇸 He was insinuating something, but I didn't catch it.
🇬🇷 Υπονόησε κάτι, αλλά δεν το κατάλαβα.
🇪🇸 Μην το λες ευθέως, απλά υπονόησε το.
🇬🇷 Μην το λες ευθέως, απλά υπονόησε το.
coloquial
raro
🇪🇸 Ο συγγραφέας υπονοεί βαθύτερα νοήματα.
🇬🇷 Ο συγγραφέας υπονοεί βαθύτερα νοήματα.
🇪🇸 Η σκέψη που υπονοεί το ποίημα είναι βαθιά.
🇬🇷 Η σκέψη που υπονοεί το ποίημα είναι βαθιά.
literario