vulè Griego

0 traducciones
Traducción Contexto Audio
πρωκτός
común
🇪🇸 El doctor explicó que la vulé es parte del aparato digestivo
🇬🇷 Ο γιατρός εξήγησε ότι η πρωκτός είναι μέρος του πεπτικού συστήματος
🇪🇸 En medicina, vulé se refiere a la abertura final del intestino
🇬🇷 Στην ιατρική, η vulé αναφέρεται στο τελικό άνοιγμα του εντέρου
médico
zona genital o área íntima
común
🇪🇸 Se lastimó la vulé en el accidente
🇬🇷 Πάτησε την περιοχή των γεννητικών οργάνων στο ατύχημα
🇪🇸 Es importante mantener limpia la vulé
🇬🇷 Είναι σημαντικό να διατηρείς καθαρή την περιοχή των γεννητικών οργάνων
uso cotidiano
zona íntima o privada
común
🇪🇸 No le gusta que toquen su vulé
🇬🇷 Δεν της αρέσει να της αγγίζουν την περιοχή των γεννητικών οργάνων
🇪🇸 En algunas culturas, la vulé es un tema delicado
🇬🇷 Σε ορισμένες κουλτούρες, η περιοχή των γεννητικών οργάνων είναι ταμπού
coloquial