fevelâ Griego
0 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
πίστη
común
🇪🇸 Su fevelâ es muy fuerte
🇬🇷 Η πίστη του είναι πολύ ισχυρή
🇪🇸 Ella tiene fe en sus ideas
🇬🇷 Αυτή έχει πίστη στις ιδέες της
|
uso cotidiano | |
|
πίστη
común
🇪🇸 La fe en la justicia es fundamental
🇬🇷 Η πίστη στη δικαιοσύνη είναι θεμελιώδης
🇪🇸 Su fe en el sistema es inquebrantable
🇬🇷 Η πίστη του στο σύστημα είναι ακλόνητη
|
formal | |
|
πιστοποίηση
formal
🇪🇸 La fevelâ se refiere a la certificación
🇬🇷 Η fevelâ αναφέρεται στην πιστοποίηση
🇪🇸 Necesitamos la fevelâ para validar la calidad
🇬🇷 Χρειαζόμαστε την πιστοποίηση για την επικύρωση της ποιότητας
|
técnico | |
|
πίστη (πίστη σε κάτι)
común
🇪🇸 Su fe en Dios es profunda
🇬🇷 Η πίστη του στον Θεό είναι βαθειά
🇪🇸 La fe en la religión le da esperanza
🇬🇷 Η πίστη στη θρησκεία του δίνει ελπίδα
|
contextReligious |