마주하다 Griego
3 traducciones
| Traducción | Contexto | Audio |
|---|---|---|
|
αντιμετωπίζω
común
🇪🇸 Tenemos que 마주하다 el problema con valentía.
🇬🇷 Πρέπει να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα με θάρρος.
🇪🇸 María tuvo que 마주하다 una situación difícil.
🇬🇷 Η Μαρία έπρεπε να αντιμετωπίσει μια δύσκολη κατάσταση.
|
lengua estándar | |
|
βλέπω κατά πρόσωπο
formal
🇪🇸 El acusado tuvo que 마주하다 al juez.
🇬🇷 Ο κατηγορούμενος έπρεπε να δει κατά πρόσωπο τον δικαστή.
🇪🇸 Los diplomáticos 마주하다 en la conferencia.
🇬🇷 Οι διπλωμάτες βλέπουν κατά πρόσωπο στη διάσκεψη.
|
formal | |
|
αντιμετωπίζω πρόσωπο με πρόσωπο
común
🇪🇸 El equipo 마주하다 a sus rivales en el campo.
🇬🇷 Η ομάδα αντιμετωπίζει πρόσωπο με πρόσωπο τους αντιπάλους στον αγωνιστικό χώρο.
🇪🇸 Debemos 마주하다 los desafíos sin miedo.
🇬🇷 Πρέπει να αντιμετωπίσουμε πρόσωπο με πρόσωπο τις προκλήσεις χωρίς φόβο.
|
lengua escrita |